Το 2024, το 3,6 % των ατόμων ηλικίας 16 ετών και άνω στην ΕΕ που χρειάζονταν ιατρική εξέταση ή θεραπεία ανέφεραν ότι δεν ήταν σε θέση να τη λάβουν για οικονομικούς λόγους, μεγάλες λίστες αναμονής ή απόσταση από τους παρόχους ιατρικών υπηρεσιών.
Το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με μη ικανοποιούμενες ιατρικές ανάγκες αναφέρθηκε στην Ελλάδα (21,9 %), ακολουθούμενη από τη Φινλανδία (12,4 %) και την Εσθονία (11,2 %). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Κύπρο (0,1 %), τη Μάλτα (0,5 %) και την Τσεχία (0,6 %).
Τα άτομα που αντιμετώπιζαν κίνδυνο φτώχειας επλήγησαν περισσότερο: Το 6,0 % εξ αυτών ανέφερε μη καλυπτόμενες ιατρικές ανάγκες, σε σύγκριση με το 3,2 % των ατόμων που δεν διατρέχουν κίνδυνο. Οι μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (12,7 εκατοστιαίες μονάδες), τη Ρουμανία (10,7 εκατοστιαίες μονάδες) και τη Λετονία (9,9 εκατοστιαίες μονάδες).